Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΔΕ ΘΑ ΝΟΘΕΥΤΕΙ ΕΙΝΑΙ Η ΛΑΪΚΗ ΟΡΓΗ

Οι εκλογές της Κυριακής έχουν όλα τα χαρακτηριστικά ενός «δεύτερου γύρου». Ύστερα από το κυβερνητικό – και εν πολλοίς... πολιτικό! – αδιέξοδο που προέκυψε από την κάλπη της 6ης Μαΐου, η διαδικασία της 17ης Ιουνίου έχει κύριο στό­χο την ανάδειξη κυβέρνησης.  

Ο ελλη­νικός λαός καλείται να δώσει τη σχετι­κή εντολή. Τα δεδομένα, από λίγο έως πολύ, τα έχουμε περιγράψει από την περασμένη Πέμπτη, χωρίς κάτι να έχει αλλάξει δραματικά:
Η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ κονταροχτυπιούνται και είναι αμφίβολο αν θα υπάρ­ξει μια ευκρινής τάση επικράτησης ενός από τους δύο πριν από την ώρα της ψηφοφορίας. Πολλοί αναποφάσι­στοι θα αποφασίσουν... στο παραβάν.
Οι πιθανότητες να περάσει κάποιο από τα δύο προπορευόμενα κόμματα το 30% δεν είναι πολλές.
Η δυνατότητα να σχηματίσει ο νικη­τής κυβέρνηση χωρίς το τρίτο κόμμα είναι πολύ περιορισμένη.
Συνεπώς, αν δεχτούμε ως φυσιολο­γικό και αναμενόμενο ότι το δεύτερο κόμμα, εξ αιτίας της σκληρής πόλω­σης και του βαθύτατου ρήγματος με­ταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα συμμετά­σχει στην κυβέρνηση που θα σχηματί­σει το πρώτο, η πολιτική, κοινωνική, επιχειρηματική και μιντιακή πίεση θα ασκηθεί κυρίως στο τρίτο και τα μικρό­τερα – πλην ΚΚΕ και Χρυσής Αυγής.

Η δυνατότητα «παράκαμψης» του νικητή και ο σχηματισμός κυβέρνησης από... 


Το δεύτερο και μικρότερα κόμμα­τα φαίνεται από μηδαμινή έως απίθα­νη. Συνεπώς ο νικητής θα κληθεί... να κυβερνήσει.
Δεν είναι τυχαίο ότι και ο Σαμαράς και ο Τσίπρας μιλούν καθαρά για σχη­ματισμό κυβέρνησης ακόμη και από την επομένη των εκλογών, ώστε να μη χαθεί άλλος πολύτιμος χρόνος, καθώς η χώρα θα έχει μείνει επί της ουσίας ακυβέρνητη περισσότερο από δύο μή­νες.

Οι «συνεταίροι»
Σε αυτό το σκηνικό ρευστότητας, χωρίς να είναι εμφανής η τάση που θα κρίνει τον νικητή και με τα δύο πρώ­τα κόμματα να τα χωρίζει άβυσσος,
υπάρχουν κάποια επιπλέον στοιχεία, τα οποία δεν μπορεί να αγνοηθούν την επομένη των εκλογών, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα:
Το ΠΑΣΟΚ, παρά τις εναλλασσόμε­νες θέσεις του για τον σχηματισμό κυ­βέρνησης, επί της ουσίας ζητάει ψήφο επειδή «δεν γίνεται κυβέρνηση χωρίς εμάς». Αν κρατήσει τις δυνάμεις του, δεν θα μπορεί να αποφύ­γει τη στήριξη κυβέρνησης – ανεξάρτητα από το πώς θα το κάνει: με συμμετο­χή στην κυβέρνηση ή με ανοχή -, παρ’ ότι η βασική του θέση αφορά «κυβέρνηση εθνικής συνευθύνης» υπονοώντας... οικουμενική.
♦  Η ΔΗΜΑΡ εμφανίζεται διατεθειμέ­νη, με προϋπόθεση κάποιες εγγυή­σεις, να «μην αφήσει τη χώρα ακυβέρ­νητη». Έχει κάθε λόγο να μην εμφα­νιστεί ότι σύρεται, άρα ορθώς προα­ναγγέλλει τη συμμετοχή της και θέτει τους στοιχειώδεις πολιτικούς όρους συμμετοχής της.
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες είναι πιο περίπλοκη περίπτωση, αφού ο Καμ­μένος δηλώνει ότι επιθυμεί μια οικου­μενική χωρίς ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή, την οποία ονομάζει «εθνική λύση», αλλά δεν είναι σαφές τι θα πράξει την κρί­σιμη ώρα.
Τέλος, να επισημάνουμε ότι μεγά­λο μέρος του επιχειρηματικού κόσμου και των ΜΜΕ θα προτιμούσαν μια οι­κουμενική κυβέρνηση με το επιχείρη­μα ότι θα πρέπει η Ελλάδα να εμφα­νιστεί στους δανειστές, την ευρωζώνη και την τρόικα με «ισχυρή φωνή».

Κεντροαριστερή υπεροχή
Επί της ουσίας, ο σχηματισμός κυβέρνησης, αν αποτυπωθούν στην κάλπη οι σημερινοί συ­σχετισμοί δύναμης και τα προβλεπόμενα πο­σοστά, θα είναι μια υπόθεση του πρώτου κόμ­ματος. Όλοι οι ενδιαφερόμενοι γνωρίζουν πο­λύ καλά ότι τυχόν μακρές διαπραγματεύσεις και εμπόριο εντυπώσεων δεν θα γίνουν ανε­κτά λόγω της κρίσιμης κατάστασης.
Το αίτημα για οικουμενική, από την άλλη, με κριτήριο την πολιτική σταθερότητα, είναι ανό­ητο και επικίνδυνο, όποιος κι αν είναι ο νικη­τής των εκλογών. Ούτε η Ν.Δ. θα μπορεί να κυ­βερνήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ «στα πόδια της» ούτε το... αντίθετο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι, αν η επόμενη κυβέρνηση τα θαλασσώσει για οποιονδήποτε λόγο, δεν θα υπάρχει πλέον αξιόπιστη θεσμική εναλλακτική επιλογή και το ναζισταριό της Χρυσής Αυγής θα διεκδικεί ρό­λο... αντιπολίτευσης.
Ήδη το λάθος του Σαμαρά να συμπράξει στην αποδοχή του δεύτερου μνημονίου μα­ζί με το ΠΑΣΟΚ προκάλεσε την ταυτόχρονη εκλογική κατάρρευση και των δύο συστημικών πυλώνων. Αν λοιπόν στην προηγούμενη φάση ευτυχήσαμε ο ΣΥΡΙΖΑ να καρπωθεί τη γενικευμένη δυσαρέσκεια, τα ναζιστικά από­νερα της κάλπης θα έπρεπε να φρονηματί­σουν όλους.
Ίσως η διαπλοκή να βολεύεται με την ταχεία απαξίωση και διάλυση του πολιτικού συστήματος, ώστε να μπορεί ανεξέλεγκτη να επιβάλ­λει τον δικό της «νόμο», αλλά, όπως γράφου­με ήδη από το 2009, η διαχείριση της κρίσης πρέπει να παραμείνει πολιτική – κι αυτό δεν μπορεί να συμβεί χωρίς το πολιτικό σύστημα να έχει θεσμικές εναλλακτικές.
Πέραν αυτών, υπάρχουν και κάποια ποιοτι­κά στοιχεία τα οποία θα καθορίσουν το μετε­κλογικό σκηνικό:
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μαζί του το κοινωνικό ρεύ­μα αμφισβήτησης των μνημονίων και κουβα­λάει την ελπίδα για αλλαγή πορείας. Αυτό θα εκφραστεί στη συνέχεια, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της Κυριακής. Συνεπώς μια κε­ντροαριστερή κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ένα επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί: τη λαϊκή εντολή.
Η Ν.Δ., έχοντας επενδύσει στον φόβο, παραγνωρίζει έναν κίνδυνο: στο πρώτο στρα­βοπάτημα ή στην αδυναμία της να κυβερνήσει επ’ ωφελεία της χώρας, θα δει την ψήφο του φόβου να μετατρέπεται σε οργή του κόσμου, που θα θεωρήσει πως εξαπατήθηκε. Το αποτέ­λεσμα θα είναι τραγικό και για την κυβέρνησή της και για την ίδια.

Φυσικά, οι απόψεις ποικίλλουν, αλλά η πραγματικότητα είναι σκληρή και τα κοινωνικά δεδομένα πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα σε αυ­τήν τη σαρωτική κρίση. Όποια πολιτική δύναμη τα αγνοήσει ίσως οδηγηθεί στη συντριβή...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου