Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Ο Ερντογάν έμεινε χωρίς …πιλότους αλλά στα όνειρά του κοιτάζει ψηλά

Ήταν Μάρτιος του 2007, όταν η αρμόδια τουρκική Αρχή, η καλούμενη Υπογραμματεία για τις Αμυντικές Βιομηχανίες (SSM), υπέγραψε συμβόλαιο με την τουρκική βιομηχανία Otokar (του ομίλου Koç) για την εγχώρια παραγωγή ενός αμιγώς τουρκικού άρματος μάχης με την ονομασία Altay...


του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΚΑΦΙΔΑ

Για την ιστορία, ο Φαρετίν Αλτάι ήταν Τούρκος στρατηγός, που είχε πρωταγωνιστεί στη Μικρασιατική Καταστροφή, τρέποντας σε φυγή τους Έλληνες από τη Σμύρνη. Το θέμα είχε γίνει πρώτη είδηση και έκτοτε παραμένει ψηλά στις (ιστο)σελίδες του τουρκικού Τύπου, μέσα από πηχυαίους τίτλους, εντυπωσιακές φωτογραφίες και γραφήματα. Δικαίως υπό μια έννοια, καθώς πρόκειται για το πρώτο εγχώριας παραγωγής τανκ που κατασκευάζεται στην Τουρκία μετά το 1943. Μόνη λεπτομέρεια… το γεγονός ότι...
εν έτει 2018, έπειτα από έντεκα ολόκληρα χρόνια, το συγκεκριμένο άρμα μάχης δεν έχει ακόμη ξεκινήσει να παράγεται, καθότι δεν έχει καν… μηχανή, όπως σημειώνει σε άρθρο του ο Τούρκος στρατιωτικός αναλυτής Μετίν Γκουρτζάν. 

Ο στόχος είναι πλέον η παραγωγή να ξεκινήσει το 2019, με την προοπτική τα πρώτα 15 τανκ να βγουν στο πεδίο το 2020, και άλλα 20 να έχουν ακολουθήσει μέχρι το 2021… με την προϋπόθεση βέβαια ότι μέχρι τότε θα έχει βρεθεί και η κατάλληλη μηχανή. Η τουρκική Tumosan του ομίλου Albayrak επιχείρησε να κατασκευάσει τη σχετική μηχανή σε συνεργασία με την αυστριακή εταιρεία AVL List αλλά το πρότζεκτ κατέρρευσε, με ευθύνη των Αυστριακών. Πίσω στο παρόν, λέγεται ότι η γερμανική Rheinmetall (κατασκευάστρια των αρμάτων μάχης Leopard) πρόκειται τελικώς να βάλει ένα χεράκι σε συνεργασία με την τουρκική BMC, προκειμένου να αρχίσουν οι μηχανές για το Altay να παράγονται στη βορειοδυτική Τουρκία, αλλά κι αυτό το πρότζεκτ ακόμη δεν έχει περάσει στη φάση της υλοποίησης. Ο Γκουρτζάν σημειώνει μάλιστα με νόημα και κάτι άλλο: ότι εάν η Τουρκία δεν καταφέρει να βρει αγοραστές για το Altay στο εξωτερικό, σε χώρες όπως είναι το Κατάρ, η Μαλαισία και το Πακιστάν, προχωρώντας σε εξαγωγές (που θα αποφέρουν κέρδη αποσβένοντας κόστη), θα έχει κατασκευάσει ένα από τα πιο ακριβά τανκ στον κόσμο… με το κόστος να υπολογίζεται σε περίπου 30 εκατ. δολ. για κάθε μεμονωμένο άρμα. 

Στη σκιά όσων έχουν συμβεί με το Altay τα τελευταία σχεδόν 12 χρόνια, αποδομούνται αυτομάτως και όλα εκείνα τα δημοσιεύματα (και στον ελληνικό Τύπο) περί υπερσύγχρονων φουτουριστικών όπλων… made in Turkey που απειλούν να ανατρέψουν τις ισορροπίες των δυνάμεων στην ευρύτερη τουρκική γειτονιά. Εάν ο Ερντογάν «παλεύει» πάνω από δεκαετία για τα φτιάξει ένα τανκ όπως το Altay, που αποτελεί μάλιστα και αντιγραφή (του νοτιοκορεατικού K2 Black Panther), τότε θα χρειαστεί πολλά περισσότερα για να κατασκευάσει «φονικά υποβρύχια σαλάχια» και άλλα ευφάνταστα. Είναι γεγονός ότι το τουρκικό καθεστώς έχει επενδύσει και συνεχίζει να επενδύει συνολικά δεκάδες δισ. δολ. στην ανάπτυξης «εγχώριας και εθνικής» πολεμικής βιομηχανίας, με απώτερο στόχο τη στρατιωτική του γιγάντωση. Κάποια από τα τουρκικά οπλικά συστήματα «δοκιμάζονται» ήδη στα εδάφη της Συρίας κατά των Κούρδων, ενώ μέσα από τις ποικίλες συμφωνίες συμπαραγωγής που συνάπτει με εταιρείες και κράτη του εξωτερικού, η Άγκυρα θέλει προφανώς να εξασφαλίσει και «πολύτιμη» τεχνογνωσία. Στο δρόμο προς το 2023 και την επέτειο συμπλήρωσης 100 ετών από την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους, ο Ρετζέτ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να παρουσιάζει την Τουρκία ως αναδυόμενη στρατιωτική «υπερδύναμη» που μπορεί να παράγει τα δικά της «αξιόμαχα» όπλα και πυρομαχικά, απελευθερωμένη από έξωθεν εξαρτήσεις, πράγμα που αποτελεί άλλωστε και όραμα του «μηχανικού» πρώτου ισλαμιστή ηγέτη της σύγχρονης Τουρκίας, Νετζμετίν Ερμπακάν. 

Την ίδια ώρα ωστόσο, όπως αποδεικνύεται στην πράξη, η «εγχώρια και εθνική» τουρκική πολεμική μηχανή έχει να αντιμετωπίσει σημαντικές ελλείψεις, υπερβολικά κόστη και ποικίλα… βραχυκυκλώματα στο δρόμο προς την όποια γιγάντωση. Δεν είναι μόνο τα άρματα μάχης Altay που έχουν σκοντάψει σε εμπόδια. Είναι και τα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη F35, στα οποία μάλιστα η Άγκυρα έχει επενδύσει ως συμπαραγωγός χώρα, που ενδέχεται τελικώς να μην καταλήξουν σε τουρκικά χέρια, τουλάχιστον όχι υπό τους όρους και στο χρόνο που θα επιθυμούσε το καθεστώς Ερντογάν. Ήταν 2014 όταν η Άγκυρα παρήγγειλε τα πρώτα δύο από τα συνολικά 100 με 120 μαχητικά τύπου F35 που σχεδιάζει συνολικά να αποκτήσει. Υποτίθεται, μάλιστα, ότι οι παραδώσεις θα ξεκίναγαν από φέτος, αλλά κι αυτό πλέον δεν ισχύει. Αντιθέτως μάλιστα, Αμερικανοί γερουσιαστές πλέον εγείρουν ενστάσεις επιχειρώντας να μπλοκάρουν την παράδοση των πρώτων F35 στην Τουρκία (εάν ο Ερντογάν δεν ακυρώσει προηγουμένως την αγορά των ρωσικών S-400, δεν απελευθερώσει τον Άντριου Μπράνσον κ.α.), αλλά και να περιορίσουν ως «επικίνδυνη» την πρόσβαση που αναμένεται να έχει η Άγκυρα στην «ευαίσθητη» τεχνογνωσία συντήρησης των συγκεκριμένων μαχητικών. 

Η απόφαση της Τουρκίας να προχωρήσει στην αγορά των ασύμβατων με το ΝΑΤΟ αντιαεροπορικών-αντιβαλλιστικών πυραύλων S-400 από τη Ρωσία και η συνεχιζόμενη «ομηρία» του Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον, που βρίσκεται προφυλακισμένος στη Σμύρνη, λειτουργούν ως κομβικά «αγκάθια» τα οποία μάλιστα κάνουν πλέον την Άγκυρα να μοιάζει περισσότερο με εχθρό παρά με σύμμαχο στα μάτια των Αμερικανών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας ωστόσο μάλλον είναι άλλο: το γεγονός ότι… δεν έχει πιλότους, και δη πεπειραμένους πιλότους, ούτε καν για τα F16, πολύ δε λιγότερο για τα επερχόμενα F35. Περίπου 300 Τούρκοι πιλότοι μαχητικών αεροσκαφών εκτιμάται ότι «εκτινάχθηκαν» προς την έξοδο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, αφήνοντας την πολεμική αεροπορία βαρέως υποστελεχωμένη. «Στο όνομα της πολιτικής, η τουρκική κυβέρνηση εκκαθάρισε την πολεμική της αεροπορία σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην μπορεί πλέον καν να πετάξει τα F16», σημειώνει ο Μάικλ Πεκ στο αμερικανικό «the National Interest», υπογραμμίζοντας μάλιστα με νόημα ότι μόνο η εκπαίδευση ενός νέου πιλότου για να μπορεί να πετάει ένα αεροσκάφος όπως το F35 «κοστίζει 11 εκατ. δολ.», με την εμπειρία ενός βετεράνου πιλότου να θεωρείται από την άλλη απλά «ανεκτίμητη». 

Η απόγνωση των Τούρκων είναι τέτοια, ώστε πλέον να αναζητούν εκπαιδευτές πτήσεων στο μακρινό Πακιστάν, με δεδομένο ότι οι Αμερικανοί… αρνούνται να στείλουν δικούς τους εκπαιδευτές στην Τουρκία. Κάποιοι αναλυτές μάλιστα, όπως για παράδειγμα η αρθρογράφος της Milliyet Βερντά Εζέρ, υποστηρίζουν ότι ένας λόγος που η Τουρκία έχει στραφεί εσχάτως στην αναζήτηση αντιαεροπορικών πυραυλικών συστημάτων (ρωσικών ή άλλων, μένει να φανεί στην πράξη) είναι ακριβώς επειδή πια δεν διαθέτει αρκετούς πιλότους ικανούς να πετούν τα μαχητικά της αεροσκάφη. 


ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου