Κυριακή 21 Αυγούστου 2016

Πώς ο Σόιμπλε εξαπάτησε την Ευρώπη μέσω Ελλάδας

Υπάρχει μία αντίληψη ότι στην οικονομία όλα είναι νούμερα και γι’ αυτό υπάρχει αντικειμενικότητα και τίποτα δε μπορεί να μείνει κρυφό. Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι...


του ΠΑΝΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Η περίπτωση της ελληνικής κυβέρνησης το 2009, που σήκωσε το χέρι ανακοινώνοντας με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο τα προβλήματα της χώρας στις διεθνείς αγορές, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κακής χρηματοπιστωτικής διαχείρισης και...
οικονομικής διπλωματίας. Αν αντ’ αυτού είχε διαχειριστεί τα προβλήματα της χώρας περνώντας κάτω από ραντάρ των αγορών, τότε η ιστορία θα ήταν πολύ διαφορετική.
Στη διεθνή σκηνή, ο πολιτικός, οικονομικός και γεωστρατηγικός τομέας είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι και ανάλογα με τη διαχείριση αλλά και το τί διακυβεύεται σε κάθε περίπτωση, ένα μικρό πρόβλημα μπορεί να λάβει μεγάλες διαστάσεις και ένα μεγάλο πρόβλημα μπορεί να υποβαθμιστεί.
Το πλεονέκτημα της διεθνούς υποβάθμισης ενός μεγάλου προβλήματος είναι ότι η χώρα που το πετυχαίνει κερδίζει χρόνο για να το αντιμετωπίσει, χωρίς να πιέζεται αφόρητα από τις αγορές, οι οποίες, έχουν τη δύναμη να το μεγεθύνουν σε εντυπωσιακό βαθμό.
Ένα τέτοιο μεγάλο πρόβλημα που με μαεστρία υποβαθμίστηκε από τη γερμανική οικονομική διπλωματία είναι η πραγματική κατάσταση της γερμανική οικονομίας και συγκεκριμένα το ότι η όποια δυναμική είχε ανακτήσει μετά τη μεγάλη ύφεση του 2008, κορύφωσε, ήδη, από το 2013! 
Αυτό αποκαλύπτεται ξεκάθαρα από τη συγκριτική μελέτη του δείκτη προσδοκιών για την γερμανική οικονομία και της ανάπτυξης του ΑΕΠ ανά τρίμηνο. Πράγματι, τόσο οι προσδοκίες για την οικονομία της Γερμανίας όσο και ο ρυθμός ανάπτυξης της ανά τρίμηνο έφτασαν στο ζενίθ τους εντός του 2013, για να μπουν έκτοτε σε πτωτική τροχιά και να φτάσουν, σήμερα, στο χαμηλότερο σημείο από το 2014 (διάγραμμα 1).

Επιπλέον, η συγκριτική μελέτη του δείκτη προσδοκιών για την γερμανική οικονομία και της ανάπτυξης του ΑΕΠ ανά έτος, αποκαλύπτει πως χωρίς τη διάσωση των ευρωπαϊκών και δη των γερμανικών τραπεζών από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, μέσω της χορήγησης χαμηλότοκων δανείων για τρία χρόνια (LTRO), η ανάπτυξη στη Γερμανία θα είχε κορυφώσει ήδη από το 2012.
Όντως, ήταν μόνο μετά το πρόγραμμα Ντράγκι που η πτωτική πορεία του γερμανικού ΑΕΠ ανεκόπη ενώ χρειάστηκε η υιοθέτηση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για να διατηρηθεί η ασθενική του δυναμική ενώ και πάλι αυτό δεν ήταν αρκετό για να σταματήσει την ελεύθερη πτώση των προσδοκιών για τη γερμανική οικονομία (διάγραμμα 2).
Τα παραπάνω στοιχεία επιτρέπουν τη μελέτη της πρόσφατης κατάρρευσης των τιμών μετοχών της Deutsche Bank υπό ένα εντελώς νέο πρίσμα, αυτό της πραγματικής υγείας της γερμανικής οικονομίας.

Η συγκριτική ανάλυση του γερμανικού δείκτη οικονομικών προσδοκιών με την πορεία τιμών των μετοχών της Deutsche Bank αποκαλύπτει μία, σχεδόν, απόλυτη συσχέτιση των δύο μεταξύ τους, οδηγώντας στο εντυπωσιακό συμπέρασμα, που ανατρέπει προηγούμενες αναλύσεις, ότι μία από τις κυριότερες αιτίες της κρίσης κερδοφορίας της τράπεζας είναι η ίδια η κακή και επιδεινούμενη υγεία της γερμανικής οικονομίας.
Αυτό αποτυπώνεται με σαφήνεια στο γεγονός πως κάθε φορά που η γερμανική οικονομία ανακτά δυναμική, η τιμή της μετοχής της Deutsche Bank αυξάνεται ενώ κάθε φορά που η γερμανική οικονομία χάνει δυναμική, η τιμή της μετοχή της Deutsche Bank μειώνεται. Γι′ αυτόν ακριβώς το λόγο η Deutsche Bank είδε τα υψηλά της στην τελευταία πενταετία το 2013, δηλαδή την ίδια χρονιά που κορύφωσαν τόσο ο δείκτης οικονομικών προσδοκιών για τη γερμανική οικονομία όσο και ο τριμηνιαίος ρυθμός ανάπτυξης της.
Πώς τα κατάφερε, λοιπόν, η Γερμανία να περάσει κάτω από τα ραντάρ των αγορών και τί πέτυχε χάρη σ’ αυτό; Η απάντηση είναι μέσω της επιθετικής οικονομικής διπλωματίας του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βολφανγκ Σοιμπλε, που χρησιμοποίησε τα ελληνικά λάθη το 2009 και τη γενικότερη χρηματοοικονομική συγκυρία για να καλλιεργήσει το μύθο μίας παντοδύναμης και ηγέτιδας γερμανικής οικονομίας, στρέφοντας στη συνέχεια τα βλέμματα στην ελληνική και την ευρωπαϊκή κρίση, τις οποίες και ως καλό διπλωμάτης χρησιμοποίησε ως υπέρτατο αντιπερισπασμό από τα πραγματικά οικονομικά προβλήματα της χώρας του.  Το αποτέλεσμα ήταν ο Σόιμπλε να εξασφαλίσει την υλοποίηση του προγράμματος διάσωσης των τραπεζών και στη συνέχεια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, που ενώ τα χρειαζόταν η Γερμανία προκειμένου να μην κυλήσει στην ύφεση, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών κατάφερε να δείξει ότι συναίνεσε μόνο προς χάριν του γενικότερου ευρωπαϊκού καλού (!) εξασφαλίζοντας έτσι μεγάλα ανταλλάγματα για τη χώρα του.

Όμως για πρώτη φορά η μπλόφα του Σόιμπλε απειλείται και η κατάρρευση της Deutsche Bank έχει παίξει το δικό της ρόλο σε αυτό, καθώς έβαλε τη Γερμανία στο μικροσκοπικό φακό των αγορών. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι ο δείκτης οικονομικών προσδοκιών για τη γερμανική οικονομία βούλιαξε, σήμερα, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2014, λίγες ημέρες αφότου η μετοχή της Deutsche Bank κατέρρευσε σε πολυετές χαμηλό επίπεδο τιμών. Η αντίδραση Σόιμπλε, βέβαια, ήταν να κατευνάσει τα πνεύματα και να δηλώσει ότι η γερμανική τράπεζα δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα, ενώ η τελευταία προχώρησε στην ανακοίνωση ενός προγράμματος επαναγοράς του χρέους της, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, καθώς οι αγορές, στην ουσία, έχουν ήδη κλείσει γι′ αυτήν.
Ωστόσο γίνεται ολοένα πιο δύσκολο τα προβλήματα της Γερμανίας να κρυφτούν και αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως δίκοπο μαχαίρι για την Ελλάδα.
Από τη μία πλευρά το πιθανότερο είναι πως ο Σόιμπλε θα υποστηρίξει, με το δικό του τρόπο, την παράταση και ενδυνάμωση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και αυτό ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα, καθώς θα έχει περισσότερο χρόνο το εκμεταλλευτεί, δεδομένου ότι ο αρχικός σχεδιασμός ήταν για την ολοκλήρωση του στα τέλη του 2016.
Από την άλλη πλευρά, όμως, ο Σόιμπλε έχει κάθε λόγο να στρέψει τα βλέμματα μακριά από τη Deutsche Bank και τη γερμανική οικονομία και ένας εύκολος στόχος είναι, πάντα, η Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, το ηθικό δίδαγμα που προκύπτει από την παραπάνω ανάλυση είναι ότι στην οικονομία, όπως και στην πολιτική, τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται και συνήθως τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ όσο οι πολιτικοί θέλουν να πιστεύουμε.
Και εν προκειμένω η Γερμανία είναι σε χειρότερη κατάσταση από αυτήν που έπεισε τον κόσμο ότι βρίσκεται εδώ και τέσσερα χρόνια και αυτό είναι καλό να το γνωρίζει η ελληνική κυβέρνηση.
ΠΗΓΗanalitis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου